×
θήρευση
@ GEMET Thesaurus
Términos genéricos
TG
δραστηριότητα κατά τον ελεύθερο χρόνο
Términos relacionados
TR
άδεια κυνηγίου/κυνηγετική άδεια
TR
περιοχή ελεγχόμενης θήρευσης (θήρας)
TR
κυνηγετικό καταφύγιο/εκτροφείο θηραμάτων